Η ανθρώπινη συμπεριφορά σε σχέση με την υγειά και την αρρώστια
σύμφωνα με τον ορισμό των Kasl and Cobb – μεταξύ των άλλων –περιλαμβάνει συμπεριφορές διατήρησης της
καλής υγείας. Το άτομο δηλαδή,
είναι ή
πιστεύει ότι είναι υγιές και ορισμένες
πράξεις του μπορεί να αποβλέπουν στην πρόληψη μιας αρρώστιας , στον εντοπισμό της σε πρώιμο
ασυμπτωματικό στάδιο ή στη διατήρηση της παρούσας καλής κατάστασης της υγείας.
Όλοι έχουμε παραδείγματα «συμπεριφοράς» απέναντι σε προβλήματα υγείας ή στον
τρόπο που «διαχειριζόμαστε» την υγεία μας.
Η αλλαγή εργασιακού περιβάλλοντος και κυρίως εργασιακής συμπεριφοράς για παράδειγμα, μπορεί
να επιφέρει αλλαγές στον τρόπο ζωής που να οδηγήσουν
σταδιακά σε αύξηση του βάρους αρκετά κιλά…Λιγότερες ώρες εργασίας, συχνοί
έξοδοι, αύξηση κατανάλωσης αλκοόλ και καπνίσματος, απουσία άσκησης και λίγες ώρες ύπνου ημερησίως …
Όλα αυτά έρχονται σε
αντίθεση με τις συμπεριφορές που σχετίζονται με την καλή υγεία –σύμφωνα με τις
μελέτες των Belloc, Breslow και Enstrom- που ορίζουν 7 συμπεριφορές που σχετίζονται με την καλή υγεία:
7-8 ώρες ύπνου καθημερινά, πρόγευμα κάθε ημέρα, όχι κάπνισμα, διατήρηση
κανονικού βάρους, μικρή ή καθόλου χρήση αλκοόλ, σπάνια λήψη φαγητού μεταξύ των
γευμάτων.
Αν λάβουμε υπόψη τη διαπίστωση του Mckeown «ότι οι ασθένειες
οφείλονται σε επιδράσεις τις οποίες τα ίδια τα άτομα προσδιορίζουν με την ίδια
τους τη συμπεριφορά (κάπνισμα , διατροφή, άσκηση κλπ) η απόφαση να μεταβάλει το άτομο τη συμπεριφορά «για τη
διασφάλιση της υγείας μου και της ποιότητας ζωής» συνειδητά, («σε συνειδητό
επίπεδο») , κατόπιν γνωστικής επεξεργασίας με βραχυχρόνιο ορίζοντα και «προσδοκίες» (Albert Bandura) , μπορεί να έχει εξαιρετικά
αποτελέσματα.
Άσκηση, ελάττωση νυχτερινών γευμάτων και ταυτόχρονη μείωση ως
διακοπή αλκοόλ, περισσότερες ώρες ανάπαυσης και ύπνου, λήψη πρωινού και
υγιεινής μεσογειακής διατροφής φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα με την
πεποίθηση ότι μπορείς να πετύχεις τα συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Ο καθένας είναι υπεύθυνος,
για την υγεία του, από τον τρόπο ζωής και τις συμπεριφορές του …
Πολλές φορές ο ασθενής δε φοβάται τόσο την ασθένεια, μία έννοια που δεν την καταλαβαίνει
καλά, αλλά την εγκατάλειψη, και την
απομόνωση από την παρέα, την εργασία, το κοινωνικό περιβάλλον γενικότερα.
Το ίδιο συμβαίνει και στη θεραπεία. Ο ασθενής δε θέλει
να αποδεχτεί εύκολα τη θεραπεία
γιατί επιφέρει αλλαγές τόσο στη φυσική
κατάσταση όσο και στις ψυχολογικές λειτουργίες.
Η διατήρηση της
ψυχικής ισορροπίας έχει σχέση με την
αίσθηση αυτονομίας, την αίσθηση του χρήσιμου
στους άλλους.
Οι δράκοι στα παραμύθια είναι όντα με τρομερή δύναμη και
μυστηριώδεις γνώσεις. Ο ήρωας του παραμυθιού ξεκινά κάθε φορά να αντιμετωπίσει
το δράκο που τρομοκρατεί την χώρα του και σκοτώνει τους κατοίκους της. Για να
το κάνει αυτό, πρέπει πρώτα να τον βρει. Συνήθως, οι δράκοι κατοικούν σε
μεγάλες σπηλιές όπου έχουν φυλάξει όλους τους θησαυρούς τους. Ένα μεγάλο ταξίδι
περιμένει τον ήρωα. ‘Μαγική’ βοήθεια μπορεί να υπάρξει ως ‘ανταμοιβή’ για την
βοήθεια σε κάποιο ‘αδύναμο’ πλάσμα στο δρόμο του. Πρέπει να βάλει την κατάλληλη
πανοπλία, να πιει τα κατάλληλα ‘φίλτρα’ και να βρει τα αδύνατα σημεία του
δράκου. Όταν νικάει το δράκο ανταμείβεται πλουσιοπάροχα. Γίνεται βασιλιάς ή
παντρεύεται την βασιλοπούλα που έσωσε και, συνήθως, αποκτά τα πλούτη, τη δύναμη
και τις γνώσεις του δράκου.
Όλοι αντιμετωπίζουμε δράκους - καταπιεσμένο θυμό ή θρήνο, ενοχές και φόβους . Μπορεί να επηρεάζουν τον τρόπο που ζούμε και τις σχέσεις μας με τους άλλους - μπορεί να μην αναγνωρίζουμε την δύναμη τους ή να μας έχει πιάσει πανικός και να μην τους βλέπουμε. Μιλώντας και ακούγοντας τους άλλους σκοπός μας είναι να δώσουμε ονόματα στους δράκους, να τους αντικρίσουμε, και να κερδίσουμε την δύναμη τους και την γνώση τους.
Όλοι αντιμετωπίζουμε δράκους - καταπιεσμένο θυμό ή θρήνο, ενοχές και φόβους . Μπορεί να επηρεάζουν τον τρόπο που ζούμε και τις σχέσεις μας με τους άλλους - μπορεί να μην αναγνωρίζουμε την δύναμη τους ή να μας έχει πιάσει πανικός και να μην τους βλέπουμε. Μιλώντας και ακούγοντας τους άλλους σκοπός μας είναι να δώσουμε ονόματα στους δράκους, να τους αντικρίσουμε, και να κερδίσουμε την δύναμη τους και την γνώση τους.
Η στάση ως προς την υγεία, τα πιστεύω ή τις αντιλήψεις ως προς την
υγεία είναι προϊόν κοινωνικής μάθησης και οικονομικής κατάστασης.
Κάθε άτομο, ανάλογα με τη προσωπικότητα του αντιλαμβάνεται
διαφορετικά το ρίσκο της μη τήρησης των ιατρικών οδηγιών ενώ η απόφαση της
στάσης απέναντι στην ασθένεια μπορεί να είναι αποτέλεσμα μελέτης των υπέρ ή των
κατά της τήρησης ή της μη τήρησης των
ιατρικών οδηγιών.
Παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση φαίνεται ότι εξαρτώνται από
το φύλο την ηλικία, το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο τις πεποιθήσεις σχετικά με
την υγεία και την ασθένεια, την ψυχική υγεία όπως και τις θρησκευτικές
πεποιθήσεις, τη φυλή, την εθνικότητα, τον τόπο.
Τα παραπάνω αποδεικνύουν και σχετικές έρευνες: το 40-60% των
ηλικιωμένων δεν παίρνει τα φάρμακα τους (Nichol et al. 1999) το 70% των ασθενών δεν τηρούν τις οδηγίες όταν η νόσος
είναι ασυμπτωματική (Sherbourne et al. 1992) και το 1/3 των ασθενών δεν τηρεί τις βραχυχρόνιες
θεραπείες (Di Matteo 1994) oπως και το 50% των μακροχρόνιων θεραπειών (Rapoff, 1999).
Θέματα και καταστάσεις που αφορούν την υγεία μας όταν
διαταράσσεται, επιφέρουν άγχος και στρες.
Ο ΠΟΥ έχει ανακηρύξει το
στρες ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα υγείας του 21ου αιώνα.
Στρες είναι μια αυτόματη αντίδραση του οργανισμού μας σε
στρεσογόνα ερεθίσματα όσο και σε ψυχικές , σωματικές και κοινωνικές
αντιδράσεις.
Η αντίδραση του οργανισμού σε ένα αρνητικό ερέθισμα (strain) σε οργανικό και συναισθηματικό επίπεδο, άλλοτε χαρακτηρίζεται
από οξέα ερεθίσματα, άλλοτε από κατάσταση διαδοχής ή σε συγκεκριμένες χρονικές
περιόδους και βέβαια σε χρόνια στρεσογόνους παράγοντες (χαμηλό
κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο). Μπορεί να είναι και μια διεργασία , κατάσταση, που βιώνουμε όταν αντιλαμβανόμαστε μια
πραγματική ή φανταστική ασυμφωνία, ανάμεσα σε απαιτήσεις που προβάλλουν κάποιες
συνθήκες και στα αποθέματα που διαθέτουμε να τα αντιμετωπίσουμε(Lazarus & Folks 1984).
Στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία που ζούμε, με τα δεκάδες
ερεθίσματα με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι καθημερινά (ανεργία, οικονομική
κρίση, ανάγκες και αυξημένες απαιτήσεις της καθημερινότητας και η αγωνία
ακόμη να ανταποκριθούμε στα status της κοινωνίας) μας οδηγούν σε μια χρόνια στρεσογόνα
κατάσταση με την οποία θα πρέπει να μάθουμε –τελικά- να ζούμε.
Tο στρες εμφανίζεται σε περιόδους της ζωής μας που αντιμετωπίζουμε
αλλαγές, προκλήσεις ή απειλές.
Σε κανονικές συνθήκες, αν
μπορούμε να το επικαλεστούμε αυτό- ο
οργανισμός μας βρίσκεται σε μια σταθερή ισορροπία. Όταν αυτή η ισορροπία – «ομοιόσταση» απειλείται ή
αλλάζει, για παράδειγμα εξαιτίας κάποιου κινδύνου, μιας στενοχώριας ή
γενικότερα μιας κατάστασης στην οποία πρέπει ο οργανισμός να προσαρμοστεί
γρήγορα, το σώμα μας αντιδρά ανάλογα στις καταστάσεις αυτές.
Ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούμε
στο στρες εξαρτάται από την
προσωπικότητά μας, από την εμπειρία και
από το είδος και τη διάρκεια του στρες.
Όταν η ανησυχία που προκαλείται από το στρες είναι μια προσωρινή κατάσταση που φεύγει όταν
ξεπεραστεί η δυσκολία, μπορεί να μας οδηγήσεις σε εγρήγορση αντιμετωπίζοντας
την όποια αντιξοότητα ή πρόβλημα με επιτυχία. Μόνο όταν τα συναισθήματα της
ανησυχίας επιμένουν και κυριαρχούν στη ζωή μας, μπορεί να γίνουν σταδιακά αιτία
αρρώστιας.
Οποιαδήποτε κατάσταση της καθημερινής ζωής μπορεί να αποδειχτεί
αιτία στρες.
Η αιτία του στρες δεν είναι απαραίτητα μία φυσική απειλή. Μπορεί να είναι η εργασία μας, η προσωπική
μας ζωή ή το περιβάλλον (π.χ. θόρυβος, κακή στέγαση, κυκλοφοριακό). Συνήθως, μαθαίνουμε
να προσαρμοζόμαστε στις πιέσεις που αντιμετωπίζουμε, αλλά προβλήματα στρες
μπορεί να προκύψουν όταν, η πιεστική κατάσταση
που προκαλεί στρες είναι συνεχής και δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα, όταν διάφορα γεγονότα που
δημιουργούν στρες συμβαίνουν ταυτόχρονα.
Ο σωστός βαθμός έντασης ανεβάζει τα επίπεδα ενέργειας μας,
βελτιώνει την αποτελεσματικότητα μας ,
αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας μας, και αλλάζει η συμπεριφορά μας,
καθώς επηρεάζεται ο εγκέφαλος.
Το στιγμιαίο ή οξύ στρες είναι παραγωγικό και πιθανώς «βοηθά» τον οργανισμό. αλλά το πολύ στρες για μεγάλο διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε πνευματική και φυσική εξουθένωση και αρρώστια. Το χρόνιο στρες, δηλαδή το να έχουμε συχνά στρες που διαρκεί πολύ και να αισθανόμαστε ότι δεν μπορούμε να το ελέγξουμε (μη ελεγχόμενο χρόνιο στρες), είναι απειλή για την υγεία και την ψυχική μας ισορροπία.
Το στιγμιαίο ή οξύ στρες είναι παραγωγικό και πιθανώς «βοηθά» τον οργανισμό. αλλά το πολύ στρες για μεγάλο διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε πνευματική και φυσική εξουθένωση και αρρώστια. Το χρόνιο στρες, δηλαδή το να έχουμε συχνά στρες που διαρκεί πολύ και να αισθανόμαστε ότι δεν μπορούμε να το ελέγξουμε (μη ελεγχόμενο χρόνιο στρες), είναι απειλή για την υγεία και την ψυχική μας ισορροπία.
Η ένταση του στρες είναι ανάλογη με τον αριθμό και τη σημασία των
γεγονότων και αλλαγών που χρειάζεται ν' αντιμετωπίσουμε, όπως π.χ. είναι οι
θάνατοι, οι αλλαγές στη δουλειά ή η προαγωγή ή η απόλυση κάθε σοβαρή αρρώστια
στην οικογένεια, μετακομίσεις, συζυγικές δυσκολίες, οικονομικά προβλήματα ή
η γέννηση παιδιού.
Κάθε άνθρωπος μπορεί ν' αντιμετωπίσει αποτελεσματικά μια ή δυο
τέτοιες αλλαγές, αλλά τρεις μπορεί να κάνουν τη ζωή δύσκολη, ενώ τέσσερις ή πέντε να είναι γενικά πολύ περισσότερο από εκείνο που
μπορεί ν' αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά.
Με δεδομένη την ανακήρυξη του στρες σε αρρώστια της εποχής μας –σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ.) θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτό.
Με δεδομένη την ανακήρυξη του στρες σε αρρώστια της εποχής μας –σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ.) θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτό.
Να δημιουργήσουμε μηχανισμούς «διαχείρισης» του στρες.
Θα πρέπει να κατορθώσουμε
να συνειδητοποιήσουμε πώς
δημιουργείται το στρες και τι μας το
προκαλεί.
Μόνο έτσι μπορούμε να
κατανοήσουμε και τον τρόπο με τον οποίο
θα το εξαλείψουμε. Δεν πρέπει ν' αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας ως καταδικασμένο
να είναι διαρκώς θύμα ενός μυαλού σε κατάσταση πλάνης!»
Το να απομακρύνουμε το στρες από τη ζωή μας δεν είναι καθόλου
εύκολο, αλλά υπάρχουν διάφοροι τρόποι που μπορούν να μας βοηθήσουν. Οι επιστήμονες
στηριζόμενοι σε έρευνες και μελέτες προτείνουν διάφορους τρόπους αντιμετώπισής
του, όπως:
Να υιοθετήσουμε μια υγιεινή ζωή, με ένα σταθερό πρόγραμμα
κανονικού ύπνου και φαγητού, σωματική άσκηση και αρκετό χρόνο αφιερωμένο στην
ξεκούραση και τη διασκέδαση (την επαφή με την οικογένεια, τους φίλους κλπ.).
Να μειώσουμε τις πηγές του στρες στην καθημερινότητά μας. Μπορούμε
π.χ. να μην αναλαμβάνουμε περισσότερες υποχρεώσεις από όσες μπορούμε να
φέρουμε σε πέρας.
Να καταφεύγουμε σε μεθόδους χαλάρωσης (π.χ. γιόγκα, σωστές
αναπνοές, μουσική, μασάζ, εκδρομές κ.ά.).
Να εξωτερικεύουμε το άγχος μας, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι όσοι
μιλούν για τα προβλήματά τους βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από όσους
«κλείνονται» στον εαυτό τους χωρίς να μοιράζονται τις ανησυχίες τους με τους
άλλους.
Συμπερασματικά, ο ρόλος των
ψυχοκοινωνικών παραγόντων στην εμφάνιση και αντιμετώπιση της αρρώστιας, αναδεικνύει τη στενή σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην υγεία και την ψυχολογία.
*Ο Θεοχάρης Μπικηρόπουλος είναι Εκπαιδευτικός ΠΕ 18 του ΔΙΕΚ, Κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας ( Διοίκηση
Μονάδων Υγείας) και Συγγραφέας
–Δημοσιογράφος. Διετέλεσε διευθυντής Πολιτικού Γραφείου Υφυπουργού Υγείας
(2007-08).